Καταφέραμε αυτό που δεν έπρεπε να γίνει. Σε ένα περιβάλλον ακρίβειας και για ένα τόσο ευαίσθητο προϊόν όπως το φρέσκο γάλα συμβαίνει αυτό που με κανένα τρόπο δεν έπρεπε να συμβεί. Οι καταναλωτικές οργανώσεις να προσπαθούν να επιτύχουν μείωση των τιμών του γάλακτος χωρίς όμως να έχουν προηγηθεί κάποιες επαφές με τους παραγωγούς. Στις διεθνείς αγορές που λειτουργούν σε πραγματικό ανταγωνιστικό περιβάλλον, από την τελική τιμή που πληρώνει ο καταναλωτής, ο παραγωγός εισπράττει το 40% περίπου, η βιομηχανία που επεξεργάζεται το προϊόν το 35% και το υπόλοιπο 25% αναλογεί κανονικά στις αλυσίδες των ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤΣ.

Είναι φανερό πως το μερίδιο του λέοντος εισπράττεται από τις αλυσίδες πώλησης και τις βιομηχανίες επεξεργασίας της πρώτης ύλης. Η τιμή παραγωγού που σήμερα κυμαίνεται μεταξύ 40 και 42 λεπτών με κανένα τρόπο δεν σχετίζεται με τα διεθνή στάνταρντ ως ποσοστό της τελικής τιμής που διαμορφώνεται σήμερα στα ράφια των σούπερ μάρκετ, που στις περισσότερες περιπτώσεις είναι πάνω από 130 λεπτά και φθάνει μερικές φορές και τα 180 λεπτά το λίτρο.

Οι τιμές παραγωγού στην Ελλάδα αφού ακολούθησαν μια σύντομη περίοδο ανόδου, έχουν αρχίσει να μειώνονται από τις γαλακτοβιομηχανίες με γρήγορο ρυθμό. Αν οι μειώσεις αυτές συνεχιστούν θα έχουν καταστροφικά αποτελέσματα επειδή το κόστος παραγωγής έχει αυξηθεί δραματικά με το διπλασιασμό των τιμών των ζωοτροφών, την άνοδο των τιμών των καυσίμων και το γενικό κλίμα ακρίβειας που διαβιώνουμε. Ακόμη, είναι πολύ σημαντικό πως ο Έλληνας αγελαδοτρόφος δεν εισπράττει από τις βιομηχανίες στο τέλος του χρόνου κανένα μπόνους, όπως οι συνάδελφοί του στο εξωτερικό από τις συνεταιριστικές, ως επί το πλείστον, βιομηχανίες επεξεργασίας του γάλακτος. Το ποσοστό αυτό, που φθάνει μέχρι και 10% δεν εμφανίζεται στις τρέχουσες στατιστικές που επικαλούνται συνήθως στη χώρα μας.

Οι Έλληνες αγελαδοτρόφοι υποστηρίζουν ότι κάθε μέτρο που θα συντελεί στην αφαίρεση κόστους από την τιμή του γάλακτος που διαμορφώνεται στο ράφι των ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤΣ θα βοηθήσει προς την σωστή κατεύθυνση, όπως η κατάργηση των γνωστών επιβαρύνσεων που ζητούν τα σούπερ μάρκετ για να τοποθετήσουν τα προϊόντα σε καλύτερες θέσεις στα ράφια, η μείωση ή ακόμη και κατάργηση των δαπανών διαφήμισης που εισπράττουν τα ΜΜΕ, η κατάργηση των πιστωτικών τιμολογίων που δίνουν οι γαλακτοβιομηχανίες στα Σ/Μ και των μεταχρονολογημένων επιταγών των Σ/Μ προς τις γαλακτοβιομηχανίες. Προτείνουμε επίσης να εξετασθεί από την Πολιτεία ο καθορισμός ενός πλαφόν στις επιταγές που δίνουν τα Σ/Μ στις γαλακτοβιομηχανίες και την αντιμετώπιση του προβλήματος των επιστροφών του απούλητου γάλακτος από τα σούπερ μάρκετ στις βιομηχανίες. Ειδικά για τις επιστροφές, η αντικατάστασή τους με σταδιακή μείωση της τιμής του γάλακτος με την πάροδο της παραμονής του στο ράφι είναι σίγουρο πως θα έχει ως αποτέλεσμα σε σταδιακή μείωση της μέσης τιμής που πληρώνει ο καταναλωτής, όπως άλλωστε γίνεται και στο εξωτερικό.

Υπάρχουν όμως και πολλά άλλα διαρθρωτικά προβλήματα στην αλυσίδα της παραγωγής – επεξεργασίας και διάθεσης του γάλακτος στην Ελλάδα που η αντιμετώπισή τους θα συντελέσει σε ουσιαστική μείωση των τιμών. Στη χώρα μας η επεξεργασία και η κατανάλωση του γάλακτος γίνεται ως επί το πλείστον σε πολύ μεγάλες αποστάσεις από τον τόπο της παραγωγής του, γεγονός που το επιβαρύνει με υψηλά μεταφορικά, ιδίως μάλιστα με τις σημερινές τιμές των καυσίμων. Επίσης, η εξαφάνιση από την αγορά των μεγάλων συνεταιριστικών βιομηχανιών που λειτουργούσαν ως ασπίδα στην συγκράτηση των τιμών για τους παραγωγούς και τους καταναλωτές έχει ως αποτέλεσμα την κατάληψη της από μετοχικές εταιρίες που λειτουργούν με αποκλειστικό κριτήριο την κερδοφορία τους. Ο τρόπος καθορισμού των τιμών παραγωγού είναι άλλο ουσιαστικό διαρθρωτικό πρόβλημα του κλάδου της γαλακτοπαραγωγού αγελαδοτροφίας στη χώρα μας. Στους παραγωγούς ανακοινώνονται απλά οι τιμές του γάλακτος, ενώ στο εξωτερικό καθορίζονται με διαφάνεια σύμφωνα με τα συστατικά του (λίπος, πρωτεΐνη, προσβολή από μαστίτιδες) που ελέγχονται από ανεξάρτητα εργαστήρια στη λειτουργία των οποίων συμμετέχουν και οι παραγωγοί.

Οι παραγωγοί αγελαδινού γάλακτος υποστηρίζουμε την προσπάθεια των καταναλωτικών οργανώσεων για μείωση των υπερβολικών τιμών του προϊόντος μας στα ράφια των σούπερ μάρκετ. Οι τιμές αυτές με κανένα τρόπο δεν συγκρίνονται με τις αντίστοιχες τιμές στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης τόσο στα επώνυμα όσο και στα προϊόντα ετικέτας. Όμως αναρωτιόμαστε μήπως η έλλειψη επαφής και συζήτησης των καταναλωτικών οργανώσεων με τους παραγωγούς αποβεί τελικά σε βάρος μας.

Οι Έλληνες παραγωγοί γάλακτος έχουμε κάθε λόγο να συνεχίσουμε να έχουμε την υποστήριξη των καταναλωτών οι οποίοι αναζητούν ελληνικά πιστοποιημένα προϊόντα που παράγονται στην Ελληνική Ύπαιθρο. Γι αυτό οι παραγωγοί ζητάμε να υπάρξει στήριξη από τις οργανώσεις των καταναλωτών ώστε η μείωση των τιμών να μην μετακυλιστεί στους παραγωγούς που με τις υπάρχουσες τιμές και την υφιστάμενη διάρθρωση παράγουν ήδη κάτω του πραγματικού κόστους. Οι συνέπειες της καταστροφής ενός κλάδου όπως η αγελαδοτροφία θα μεταφερθούν σε όλη την κοινωνία. Εάν οι καταναλωτές δεν είναι ενημερωμένοι υπάρχει ορατός κίνδυνος το Ελληνικό γάλα να αντικατασταθεί σήμερα από εισαγόμενο φασόν το οποίο αφού εξαφανίσει την ελληνική γαλακτοπαραγωγή και τις βιομηχανίες θα ακριβύνει αργότερα όταν πλέον κανείς δεν θα μπορεί να αντισταθεί ούτε ακόμα και οι γαλακτοβιομηχανίες.