Τα κύρια σημεία και τα συμπεράσματα από την εκδήλωση που οργάνωσε η ΕΦΧΕ στη ZOOTECHNIA 2009 με θέμα:
«Το Ελληνικό Αγελαδινό Γάλα. Τι χρειάζονται οι παραγωγοί – τι πρέπει να γνωρίζουν οι καταναλωτές».

Η εκδήλωση είχε σκοπό την ενημέρωση-συζήτηση ειδικών με συμμετοχή παραγωγών και καταναλωτών για τις συνθήκες στην παραγωγή και την αγορά του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων στο σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον. Συντονιστής της συζήτησης ήταν ο κ. Ανδρέας Γεωργούδης – Καθηγητής Πανεπιστημίου – Εκτελεστικός Τεχνικός Σύμβουλος της ΕΦΧΕ και στο πάνελ της συζήτησης έλαβαν μέρος οι:

  • Αθανάσιος Βασιλέκας – Κτηνίατρος – Πρόεδρος της ΕΦΧΕ
  • Παναγιώτης Πεβερέτος – Κτηνοτρόφος – Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ)
  • Απόστολος Μωραΐτης – Αγελαδοτρόφος – Αντιπρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αγελαδοτρόφων και της ΕΦΧΕ
  • Σοφία Τζαβέλλα – Γενική Διευθύντρια του ΕΛΟΓΑΚ
  • Αθανάσιος Λαπόρδας – Κτηνίατρος – Διευθυντής Ζώνης Γάλακτος Βιομηχανίας ΜΕΒΓΑΛ ως εκπρόσωπος του ΣΕΒΓΑΠ
  • Γεώργιος Σαμούρης – Ερευνητής ΕΘΙΑΓΕ -Γενικός Γραμματέας ΚΕΠΚΑ
  • Ιωάννης Πανάγος – Εκδότης Διευθυντής της Εβδομαδιαίας Εφημερίδας Αγορών και Οικονομίας της Υπαίθρου “AGENDA”

Εκπρόσωπος του ΣΕΣΜΕ (Σούπερ Μάρκετς) δεν παραβρέθηκε διότι παρά τις προσπάθειες δεν κατέστη δυνατή η επικοινωνία μαζί τους.

Α. Βασιλέκας

“Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της επεξεργασίας από την ΕΦΧΕ πρόσφατων στοιχείων του ΕΛΟΓΑΚ, το σύνολο της ποσότητας του αγελαδινού γάλακτος που καταναλώνονται στην Ελλάδα σε διάφορες μορφές ανέρχεται ετησίως σε 1.250.000 τόνους περίπου. Από αυτή την ποσότητα 400.000 έως 420.000 τόνοι, με τάσης μείωσης, καταναλίσκονται ως νωπό παστεριωμένο και 100.000 έως 120.000 τόνοι ως γάλα υψηλής παστερίωσης, με τάσεις αύξησης. Δηλαδή, συνολικά 500.000 έως 550.000 τόνοι αγελαδινού γάλακτος καταναλίσκονται υπό μορφή παστεριωμένου. Με τη μορφή γιαουρτιού, επιδορπίων γιαουρτιού και ροφημάτων καταναλίσκονται 400.000 έως 450.000 τόνοι αγελαδινού γάλακτος και 250.000 έως 300.000 τόνοι καταναλίσκονται για την παρασκευή διαφόρων τύπων τυριών. Μία ποσότητα 50.000 έως 70.000 τόνων καταναλίσκεται με τη μορφή συμπυκνωμένου γάλακτος.”

“Από τις ποσότητες αυτές ως προς τη χρησιμοποίηση του αγελαδινού γάλακτος (παραγόμενου και εισαγόμενου) είναι φανερό ότι είμαστε ελλειμματικοί, αφού για την παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων διαφόρων τύπων το 42% περίπου εισάγεται με διάφορες μορφές, κυρίως για την παρασκευή προϊόντων γιαούρτης. Αυτό δείχνει την πολύ δύσκολη θέση των Ελλήνων παραγωγών αγελαδινού γάλακτος δεδομένου ότι η χώρα είναι στην πράξη πλεονασματική ως προς το νωπό γάλα άμεσης κατανάλωσης ενώ είναι ελλειμματική σε είδη γάλακτος που εισάγονται σε μορφές που καταναλίσκονται μεσο-μακροπρόθεσμα και συνεπώς είναι εύκολο να υποκαταστήσουν την εγχώρια παραγωγή. Συνεπώς έχει ουσιαστική σημασία η θωράκιση της Ελληνικής γαλακτοπαραγωγού αγελαδοτροφίας με την ενημέρωση του καταναλωτή, για να γνωρίζει τα πλεονεκτήματα του νωπού γάλακτος και να μην είναι παραπλανημένος σε πολλά σημεία όπως π.χ. ότι στην πραγματικότητα η μεγάλη διάρκεια διατήρησης του γάλακτος υψηλής παστερίωσης ισχύει μόνον εφόσον το προϊόν διατηρείται στο ψυγείο σε κλειστή συσκευασία ενώ όταν ανοιχθεί πρέπει να καταναλωθεί εντός 2 έως 3 ημερών, όπως συμβαίνει και με το φρέσκο παστεριωμένο.”

“Η Ένωση Φυλής Χολστάιν με τις υπηρεσίες που προσφέρει στον Έλληνα αγελαδοτρόφο ελέγχοντας τις αποδόσεις και παίρνοντας ατομικά δείγματα γάλακτος αγελάδων σε μηνιαία βάση, συμβάλλει ουσιαστικά στην αύξηση των αποδόσεων και στη συνεχή βελτίωση της ποιότητας του Ελληνικού αγελαδινού γάλακτος. Είναι σημαντικό όμως να γίνει κατανοητό πως οι διάφοροι συμμετέχοντες στην αλυσίδα από την παραγωγή μέχρι την κατανάλωση δεν θα πρέπει να συμπεριφέρονται ως ανταγωνιστές γιατί διαφορετικά ο κλάδος απειλείται με κατάρρευση και με την υποκατάσταση του κενού που θα δημιουργηθεί από εισαγωγές από την ΕΕ και τρίτες χώρες στην αρχή προς επεξεργασία και σύντομα έτοιμων προϊόντων.”

Π. Πεβερέτος

“Ο κλάδος της γαλακτοπαραγωγού αγελαδοτροφίας δεν βρίσκεται σε καλή οικονομική κατάσταση και μάλιστα εν μέσω της σοβαρότατης εθνικής και διεθνούς οικονομικής κρίσης που βιώνουμε. Εκτός από τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αγελαδοτρόφοι έχουν και εύλογα ερωτήματα που προκύπτουν από τις διαπιστώσεις που κάνουν για τη λειτουργία του κυκλώματος από την παραγωγή μέχρι την κατανάλωση. Είναι σε όλους φανερό πως οι τιμές καταναλωτή βρίσκονται με απλούς υπολογισμούς κατά 340% πάνω από τις τιμές παραγωγού και συνεπώς προκύπτει το ερώτημα ποιος κερδίζει από αυτή τη διαφορά. Ο παραγωγός με τις σημερινές τιμές που εισπράττει, οι οποίες μάλιστα βρίσκονται σε συνεχή μείωση, αναρωτιέται πως γίνεται να μη μειώνονται και οι τιμές καταναλωτή ώστε να υπάρξει τόνωση της αγοράς και αύξηση της ζήτησης. Είναι προφανές ότι λείπουν οι ενδιάμεσοι ουσιαστικοί έλεγχοι και οι ρυθμιστικοί μηχανισμοί της αγοράς ώστε να είναι γνωστοί και να ελέγχονται αυτοί που καθορίζουν τις τιμές και μάλιστα στα είδη διατροφής όπως το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Στα σημεία αυτά ο ρόλος των οργανώσεων των παραγωγών και ιδίως των συνεταιρισμών θα πρέπει να έχουν αποφασιστικό ρόλο, όπως συμβαίνει στις προηγμένες κτηνοτροφικά χώρες της ΕΕ. Η τιμή του προϊόντος θα πρέπει να καθορίζεται με συγκεκριμένη διάφανη διαδικασία γνωστή σε όλους εκ των προτέρων ώστε να λειτουργεί ως κίνητρο και ως εργαλείο διαχειριστικής πρακτικής στις κτηνοτροφικές μονάδες. Είναι σημαντικός επίσης ο έλεγχος των ζωοτροφών ως αποφασιστικό εργαλείο που καθορίζει το κόστος παραγωγής, ιδίως στις αγελαδοτροφικές μονάδες. Η ανάδειξη των εργαστηρίων ανάλυσης των ζωοτροφών και ελέγχου της μόλυνσής τους από μυκοτοξίνες κλπ. σε συνεργασία με τις οργανώσεις των παραγωγών, είναι αποφασιστικό εργαλείο και τέτοια εργαστήρια δεν λειτουργούν αποτελεσματικά στη χώρα μας.”

Απ. Μωραΐτης

“Τα γάλα, όπως αναγνωρίζεται απ’ όλους, είναι τροφή υψηλής διαιτητικής αξίας που η κατανάλωσή του αρχίζει από την πρώτη μέρα της ζωής του βρέφους και διαρκεί σε όλη τη ζωή του ανθρώπου. Η συζήτηση που γίνεται για το γάλα κατευθύνεται αποκλειστικά στις τιμές του γάλακτος που σχετίζονται όμως άμεσα με τις τιμές των φυτικών προϊόντων που χρησιμεύουν ως ζωοτροφές και κυμαίνονται σε αντιστοιχία με αυτές. Όταν οι τιμές του γάλακτος ήταν υψηλές οι τιμές των ζωοτροφών ήταν στα ύψη, ενώ τώρα που μειώνονται δραστικά οι τιμές παραγωγού για το γάλα, οι τιμές των ζωοτροφών μειώνονται μεν όμως η μείωση δεν ακολουθεί παράλληλη πορεία αλλά συμβαίνει με καθυστέρηση πολλών μηνών. Η ζωική όπως και η φυτική παραγωγή είναι κλάδοι αλληλένδετοι και οι λύσεις του προβλήματος πρέπει να καλύπτουν όλο το φάσμα της αγροτικής παραγωγής (φυτικής και ζωικής). Οι καταναλωτές, ειδικά στη χώρα μας, είναι πλήρως αποξενωμένοι από τη στοιχειώδη γνώση της διαδικασίας και των συνθηκών παραγωγής με αποτέλεσμα να μην κατανοούν τη φύση των προβλημάτων που σε τελευταία ανάλυση τους αφορούν, έστω και έμμεσα, σε πολύ σημαντικό βαθμό. Χρειάζεται ενημέρωση με ημερίδες, παρουσίες στα ΜΜΕ και στα σχολεία. Οι σύγχρονοι Έλληνες παραγωγοί θέλουν να αντιλαμβάνεται η κοινωνία τον ρόλο τους και να αντιμετωπίζονται με αξιοπρέπεια, η πολιτεία να δίνει λύσεις στα θεσμικά θέματα που τους απασχολούν και να επιβιώσουν στη δύσκολη αυτή περίοδο σε συνεργασία με τους άλλους συναδέλφους τους.”

Σ. Τζαβέλα

“Ο Ελληνικός Οργανισμός Γάλακτος που πρόσφατα απέκτησε αρμοδιότητα και στο κρέας και μετονομάσθηκε σε ΕΛΟΓΑΚ, χρηματοδοτείται αποκλειστικά από την καταβολή της ειδικής εισφοράς 0,75% στην ανά κιλό αξία όλων των ειδών γάλακτος την οποία καταβάλουν οι παραγωγοί και οι επιχειρήσεις μεταποιητών γάλακτος. Ο Οργανισμός προσφέρει υπηρεσίες που περιλαμβάνουν τον έλεγχο της τήρησης των ποσοστώσεων και της ποιότητας του γάλακτος με δείγματα από την παγολεκάνη των παραγωγών. Παρακολουθεί επίσης την αγορά του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων μέσω των ισοζυγίων γάλακτος ώστε να ελέγχονται οι ποσότητες του εγχώριου και του εισαγόμενου γάλακτος και των σχετικών με την παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων, ώστε να ελέγχουμε τη νόμιμη χρήση της Α΄ύλης του γάλακτος. Από τα στοιχεία που τηρεί ο οργανισμός προκύπτει η συνεχής μείωση του αριθμού των αγελαδοτροφικών μονάδων, από τις οποίες έχουν μείνει σήμερα 5.600 περίπου με τάση συνεχούς μείωσης. Η ετήσια παραγωγή αγελαδινού γάλακτος στην Ελλάδα ανέρχεται σε 720.000 περίπου τόνους με τάση μείωσης ενώ η αντίστοιχη ποσόστωση που δικαιούνται η χώρα μας σήμερα είναι 832.000 τόνοι. Το εύρος της διαφοράς ποσόστωσης – παραγωγής δείχνει τις δυνατότητες και τα περιθώρια ανάπτυξης της Ελληνικής αγελαδοτροφίας, εφόσον βέβαια υπάρξει συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων στη διαδικασία από την παραγωγή μέχρι την κατανάλωση. Από τα στοιχεία του ΕΛΟΓΑΚ η μέση τιμή στο τέλος του έτους 2008 ήταν 0,4190 €, που είναι υψηλότερη σε σχέση με τις τιμές παραγωγού στις χώρες της ΕΕ. Εν τούτοις οι εν λόγω τιμές πρέπει να εξετάζονται σε σχέση με τη γενικότερη κατάσταση και τα προβλήματα του κλάδου (σύστημα τιμολόγησης στον παραγωγό, κατάσταση στο κύκλωμα των ζωοτροφών, υψηλές επενδύσεις και συνεπώς χρέη κλπ.). Η προβολή του αγελαδινού γάλακτος περιλαμβάνεται στο επιχειρηματικό σχέδιο του Οργανισμού και υπάρχει σχέδιο ανάληψης τέτοιας προσπάθειας, αφού καθοριστεί το ύψος της απαιτούμενης χρηματοδότησης και γίνει δυνατή η ανεύρεση των πόρων (πέραν του μέρους της χρηματοδότησης που θα διαθέσει ο Οργανισμός).”

Αθ. Λαπόρδας

“Παρά τα ουσιώδη υπαρκτά προβλήματα του κλάδου της γαλακτοπαραγωγού αγελαδοτροφίας, επισημαίνεται ότι η σχετική πρόοδος της χώρας ήταν αλματώδης και η συμβολή της γαλακτοβιομηχανίας σε αυτήν, ως προς την αύξηση της παραγόμενης ποσότητας και την ποιότητα του προϊόντος, ήταν ουσιαστική με τη χρηματοδότηση για την εισαγωγή ζώων και τη συμβολή στην οργάνωση των μονάδων. Εν τούτοις με τα σημερινά δεδομένα ο κλάδος του φρέσκου παστεριωμένου γάλακτος δεν είναι κερδοφόρος για τις γαλακτοβιομηχανίες ενώ ταυτόχρονα υπάρχει διαπιστωμένη στροφή προς το γάλα υψηλής παστερίωσης. Με τις υφιστάμενες συνθήκες, εάν παραταθεί η διάρκεια ζωής του κοινού παστεριωμένου γάλακτος πέραν του 5νθημέρου, η Ελληνική γαλακτοπαραγωγική αγελαδοτροφία θα εισέλθει σε πολύ κρίσιμη φάση που μπορεί να οδηγήσει και στην εξαφάνισή της.”

Γ. Σαμούρης

“Οι καταναλωτές αποτελούν αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους φορείς που βρίσκονται στην άκρη της αλυσίδας εφοδιασμού της αγοράς πλην όμως πολύ σημαντική είναι και η ευθύνη τόσο του φορέα ελέγχου όσο και των άλλων φορέων που μεσολαβούν ενδιάμεσα. Είναι πολύ σημαντική η διαπίστωση από σχετικές έρευνες του ΚΕΠΚΑ πως οι τιμές των ιδίων προϊόντων στις ίδιες αλυσίδες λιανικής είναι πολύ υψηλότερες στην Ελλάδα από ότι σε άλλες πόλεις του εξωτερικού. Είναι επίσης γεγονός πως οι τιμές καταναλωτή για το παστεριωμένο γάλα στην Ελλάδα είναι πολύ υψηλότερες απ’ ότι στο εξωτερικό. Ένα μέρος της διαφοράς εξηγείται από τις δυσμενέστερες συνθήκες παραγωγής στην Ελλάδα αλλά είναι επίσης φανερό πως οι καταγγελίες για εναρμονισμένες πρακτικές των βιομηχανιών και των αλυσίδων διανομής θα πρέπει να απαντηθούν με πολύ πειστικό τρόπο. Οι σχετικές έρευνες έχουν επίσης δείξει ότι οι Έλληνες καταναλωτές δεν έχουν καλή ενημέρωση για τα προϊόντα και για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους. Ένα σημαντικό μέρος γι αυτό οφείλεται στην έλλειψη παιδείας που αρχίζει από τα σχολεία. Για το λόγο αυτόν η εισαγωγή μαθημάτων και η πραγματοποίηση ειδικών ενημερωτικών εκδηλώσεων αναμένεται ότι θα έχει θετικά αποτελέσματα.”

Ι. Πανάγος

“Είναι χαρακτηριστικό της συμπεριφοράς όλων των κοινωνικών ομάδων της σύγχρονης Ελληνικής κοινωνίας στην οποία περιλαμβάνεται και ο αγροτικός κόσμος, ότι ζητούν κυβερνητικές παρεμβάσεις για τη λύση των υπαρκτών προβλημάτων αλλά θέτουν πολύ σπάνια ή δεν θέτουν καθόλου θεσμικά προβλήματα που θα οδηγούσαν σε μακροχρόνια επίλυση των προβλημάτων. Είναι όμως γεγονός πως η παρούσα οικονομική κρίση μπορεί να γίνει αφορμή για την αντιμετώπιση θεσμικών και οργανωτικών προβλημάτων τα οποία έχουν παραμεληθεί επί πολλά χρόνια αλλά τα οποία αποτελούν τροχοπέδη στην εξέλιξη της Ελληνικής γεωργίας και κτηνοτροφίας. Ένα από αυτά τα προβλήματα είναι η εξάρθρωση του τομέα των υπηρεσιών που προσφέρουν οι γεωτεχνικοί στους παραγωγούς και η απίστευτη γραφειοκρατία στη διεκπεραίωση των διαδικασιών. Ως παράδειγμα αναφέρεται ότι για την ολοκλήρωση της χρηματοδότησης στο πλαίσιο των σχεδίων βελτίωσης περνά πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα αναμονής ενώ οι παραγωγοί καταβάλλουν τόκους για κεφάλαια που αναγκαστικά δανείστηκαν για να επενδύσουν και μάλιστα σε περιόδους όπου το χρήμα κυκλοφορεί δύσκολα. Είναι καιρός πλέον οι οργανώσεις των παραγωγών να εκσυγχρονιστούν και να αναλάβουν πιο ουσιαστικό ρόλο στην οργάνωση της παραγωγής και στη διακίνηση των προϊόντων ώστε να επιτευχθεί η επιθυμητή μείωση των τιμών καταναλωτή χωρίς αυτή να γίνει σε βάρος των παραγωγών.”

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Ελληνική αγελαδοτροφία απειλείται από ορατούς και σημαντικούς κινδύνους που μπορούν να έχουν καθοριστικές συνέπειες για το μέλλον της. Η μείωση της παραγόμενης ποσότητας και η εισαγωγή του 42% του χρησιμοποιούμενου αγελαδινού γάλακτος από το εξωτερικό οφείλονται κυρίως στην έλλειψη εμπιστοσύνης των παραγωγών για το μέλλον και σε οργανωτικές / διαχειριστικές παραλείψεις που δεν προστατεύουν την ποιότητα και την προέλευση των γαλακτοκομικών προϊόντων που έχουν βάση το αγελαδινό γάλα. Όσο συνεχίζεται η μείωση της παραγωγής η Ελληνική αγελαδοτροφία θα βρίσκεται σε διαρκώς αυξανόμενο κίνδυνο να υποκατασταθεί από εισαγόμενο γάλα σε τιμές εξαιρετικά χαμηλές που θα οδηγήσουν σε αφανισμό του κλάδου.

Υψηλή προτεραιότητα έχει το θέμα των περιβαλλοντικών όρων που εξακολουθεί να δημιουργεί προβλήματα στην αγελαδοτροφία. Προτείνουμε να επανεξετασθεί με στόχο να βρεθεί επιτέλους οριστική λύση.

Είναι απαραίτητη η παροχή κινήτρων στους παραγωγούς και η κατοχύρωση της ελληνικότητας των προϊόντων μέσω του κώδικα τροφίμων και ποτών.

Η εφαρμογή ενός διαφανούς συστήματος πληρωμών των παραγωγών με βάση μετρούμενα ποιοτικά χαρακτηριστικά του γάλακτος.

Η στήριξη της διάδοσης του ελέγχου των αποδόσεων και της εργαστηριακής ανάλυσης των ποιοτικών χαρακτηριστικών του γάλακτος από τον ΕΛΟΓΑΚ και τα εργαστήριά του.

Η στήριξη του κλάδου με την ουσιαστική λειτουργία των εργαστηρίων ανάλυσης των ζωοτροφών αποτελεί επίσης πρώτη προτεραιότητα.

Η δημιουργία οργανώσεων των παραγωγών που στηρίζονται σε σύγχρονη συνεταιριστική βάση έχει επίσης υψηλή προτεραιότητα. Οι οργανώσεις αυτές θα πρέπει εκτός από τη στήριξη της παραγωγής να ασχοληθούν επίσης με την οργάνωση της διάθεσης των προϊόντων στους καταναλωτές. Η παράταση της διάρκειας διατήρησης του φρέσκου παστεριωμένου γάλακτος πέραν των 5 ημερών θα είναι καταστροφική για την αγελαδοτροφία.

Η πιστοποίηση του τελικού προϊόντος και η δημιουργία ευανάγνωστων και κατανοητών-πιστοποιημένων ισχυρισμών είναι επίσης ουσιαστική.

Το κλειδί της επιτυχίας όλων των προτάσεων που αναφέρονται ανωτέρω είναι η εκπαίδευση που αρχίζει από τα σχολεία και η δημιουργία αποτελεσματικών συμβουλευτικών υπηρεσιών για τους παραγωγούς.